μελισσίων

μελισσίων
μελίζω
dismember
fut part act masc nom sg (epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μελιτοεξαγωγή — η 1. η εξαγωγή τού μελιού από τις κηρήθρες 2. η συγκομιδή τού μελιού, ο τρυγητός τών μελισσιών 3. η εποχή τής συγκομιδής τού μελιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλι, ιτος + εξαγωγή] …   Dictionary of Greek

  • σιμβλήϊος — ηΐη, ον, θηλ. και ποιητ. τ. σιμβληΐς, Α αυτός που γίνεται μέσα στον σίμβλο*, στην κυψέλη («σιμβλήϊα ἔργα μελισσίων» το μέλι, Απολλ. Ρόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < σίμβλος «κυψέλη» + επίθημα ήϊος (πρβλ. πολεμ ήϊος)] …   Dictionary of Greek

  • Αιγίου, δήμος — Δήμος (27.812 κάτ.) του νομού Αχαΐας, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τον πρώην ομώνυμο δήμο, καθώς και τις πρώην κοινότητες Βαλιμιτίκων, Δαφνών, Διγελιωτίκων, Κουλούρας, Κούμαρη, Κουνινάς, Μαυρικίου, Μελισσίων,… …   Dictionary of Greek

  • Πυργάκι — Όνομα 2 οικισμών. 1. Oρεινός οικισμός (υψόμ. 830 μ.) στην πρώην επαρχία Αιγιαλείας του νομού Αχαΐας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μελισσίων. 2. Oρεινός οικισμός (υψόμ. 1.100 μ.) στην πρώην επαρχία Γορτυνίας του νομού Αρκαδίας. Είναι Είναι έδρα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”